Αθιβολές

12714293_10205989244719169_1900460297_n

 

Εκδόσεις Φίλντισι, Αθήνα, 2016

 

ΥΠΟΣΧΕΣΗ

Καλά το ξέρω, είπε

κανείς δεν θα `ρθει στον σταθμό

να μ’ αποχαιρετίσει.

Καλά το ξέρω

οι λέξεις που `πα ανώφελες

δεν μπήκαν στην ψυχή τους

 

κι η πανάρχαια αθωότητα

έγινε σημερνός καταναλωτής

του μήνα νοίκι να πληρώσει

και ν’ απολαύσει τη σταφιδιασμένη του σιωπή

το μοναχικό του χτυποκάρδι.

 

Κι ωρίμασα λεπτός ψέματα για να λέω

που σαν λεπρός θα κουβαλάω το κορμί

φλοιός καλαμποκιού απ’ τον αγέρα

στο πεζοδρόμιο φυσημένος

εκεί που αδάκρυτος καραδοκεί ο Χάρος.

 

Καλά το ξέρω, είπε

χαρούμενος το τέλος προσδοκώ

σ΄αυτόν τον ήσυχο του πόνου δρόμο,

μα πριν να φύγω υπόσχομαι

στους λίγους που μ’ αγάπησαν

 

το ίδιο τραγούδι

και την επόμενη φορά

για σας θα τραγουδήσω .

 

 

ΑΒΥΣΣΟΣ

 

Τεντωμένο σκοινί

συναισθημάτων και

πολύχρωμων στίχων

πάνω απ’ τ’ ανοιχτό

στόμα της αβύσσου

η τέχνη της απόστασης

 

κι εσύ

απλός μου

στεναγμός

 

ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ

 

Στη σκοτεινιά του απόμερου δρόμου

είδα να έρχονται από μακριά

των ισχνών αγελάδων

του Φαραώ τα χρόνια.

 

Άντρες σαν μαραμένες ανεμώνες,

γυναίκες με γδαρμένες ζακέτες,

νέοι με δανεικά ονείρατα.

 

Εκεί, στη σκοτεινή παράμερη οδό

κάποιο ρολόι σήμανε μεσάνυχτα

πριχού ο τελευταίος πόλεμος τελειώσει

σαν κακοφορμισμένη  πληγή

που ήταν μαζί κι αφύπνιση

 

της σημερνής απόκοσμης ζωής,

του μέλλοντος που δεν ευωδιάζει

κι οι μέρες που μας πλησιάζουν

σήψη που θα καλύψει τους νεκρούς μας.