Ψώνια
Η ξανθιά κοπέλα στο ταμείο με κοίταξε καχύποπτα
και περίμενε να πληρώσω το λογαριασμό. Την τελευταία
φορά που εξομολογήθηκες πόσο σου ζήτησε ο παπάς,
αναρωτήθηκα κι αφήνοντας τις δυο σακούλες με τα ψώνια
άρχισα νευρικά τις τσέπες μου να ψάχνω ενώ ο γέρος
πίσω μου γέλασε μια μπόχα κρασιού ανακατεμένη με
καλοσύνη που η ματιά της ξανθιάς με είχε κιόλας
αναλύσει και μ’ είχε βρει πτωχό. Κι εγώ συνέχισα
το ψάξιμο λέγοντας στον γέρο πίσω μου,
‘κάθε φορά το ίδιο μου συμβαίνει’, τόσο απλό χαμόγελο
κι απλή η δυσωδία αλκοόλ κι η καλωσύνη και καν
δεν ήξερα ο άνθρωπος πίσω μου πως ήτανε κωφάλαλος
όμοια με τη συννεφιασμένη μέρα.
~Μου αρέσουν όλοι όσοι περιφρονούν τα πάντα, γιατί αυτοί
λατρεύουν και ποθούν το πέρασμα στην άλλη όχθη.
Shopping
The blonde female cashier looked at me suspiciously
and waited for me to pay my bill; how much
the priest charged you when you had your last
confession, I mentally questioned, while I placed
the two bags on the counter nervously searching
my pockets while the old man behind me smiled,
stench of his breath reminded me of wine mixed
with compassion and the blonde cashier had already
figured I was as poor as a door nail. While carrying on
with my search I said to the old man, ‘it happens to me
every time’, so simple, his smile, the alcohol stench,
the compassion I returned the smile no idea the man
behind me was as deaf as my somber day.
https://www.amazon.com/dp/B0BGFRGLVH
Like this:
Like Loading...